Τα έσοδα από εγκληματικές δραστηριότητες, όπως το παράνομο εμπόριο ναρκωτικών ουσιών, η εμπορία ανθρώπων (human trafficking), η παράνομη διακίνηση όπλων, κλπ., υποστηρίζουν οικονομικά τη δράση και επέκταση του οργανωμένου εγκλήματος. Τα έσοδα αυτά μεταλλάσσονται συχνά σε άλλες μορφές εγκληματικής δραστηριότητας, όπως η διαφθορά, μολύνουν τη νόμιμη οικονομία και ασκούν συνεχή πίεση στους δημόσιους θεσμούς, ιδίως στο έργο των αστυνομικών και δικαστικών αρχών που αγωνίζονται να περιορίσουν το φαινόμενο του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Αν και είναι δύσκολο να υπολογιστούν με ακρίβεια τα ετήσια έσοδα των εγκληματικών δραστηριοτήτων, λόγω της εγγενούς αδιαφάνειας τους, υπάρχουν εκτιμήσεις ότι τα έσοδα αυτά κυμαίνονται μεταξύ 800 δισεκατομμυρίων και 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε παγκόσμιο επίπεδο ή 2%–5% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Για την καταπολέμηση των παράνομων χρηματοοικονομικών ροών, η τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) προβλέπεται ότι θα καταστεί απαραίτητη προσθήκη στο οπλοστάσιο των αστυνομικών και δικαστικών αρχών, καθώς και των ίδιων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που καλούνται να συμμορφώνονται με μία πληθώρα υποχρεώσεων με βάση το εθνικό, ενωσιακό και διεθνές πλαίσιο κατά του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Η σημασία της ΤΝ καθίσταται προφανής ενόψει των ολοένα και πιο εξελιγμένων εργαλείων ξεπλύματος χρήματος, τα οποία χρησιμοποιούν οι εγκληματίες και οι εγκληματικές οργανώσεις και τα οποία ενδέχεται στο μέλλον να περιλαμβάνουν ακόμα και κακόβουλη χρήση ΤΝ (adversarial AI). Η χρήση ΤΝ δύναται να ενισχύσει σημαντικά το έργο των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των δημόσιων εποπτικών και διωκτικών αρχών σε τομείς όπως ο εντοπισμός περιπτώσεων υποκλοπής ή κατάχρησης ταυτότητας, η βελτιστοποίηση της παρακολούθησης και ανάλυσης περίπλοκων συναλλαγών, η αποτελεσματική και αυτόματη αναγνώριση και αναφορά ύποπτων δραστηριοτήτων και παράνομων χρηματοοικονομικών ροών. Εντούτοις, μια σειρά από προκλήσεις πρέπει να αντιμετωπιστούν, ιδίως ζητήματα νομιμότητας, αρμοδιότητας, διαφάνειας και λογοδοσίας για την ΤΝ, τόσο για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όσο και για τις δημόσιες αρχές, όπως τις μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών (FIU).
Επιπλέον, η ΤΝ εξαρτάται εξ ολοκλήρου από δομημένα, ημι-δομημένα και μη δομημένα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων από εξωτερικές πηγές. Συνεπώς, με τις απαραίτητες διαδικαστικές εγγυήσεις, πρέπει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι FIUs να αποκτήσουν ευρεία πρόσβαση σε χρηματοοικονομικές και άλλες σχετικές πληροφορίες, λ.χ. μητρώα πραγματικών δικαιούχων, κοινές ιδιωτικές βάσεις δεδομένων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, κλπ. Η νομοθεσία θα πρέπει επίσης να διευκολύνει τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ ιδιωτικών και δημόσιων φορέων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, ώστε τα συστήματα TN να τροφοδοτούνται με ακόμη μεγαλύτερους όγκους σχετικών δεδομένων. Σε κάθε περίπτωση, οι αρχές του Κράτους Δικαίου και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων επιβάλλουν την ανάπτυξη αποτελεσματικών και διαφανών διαδικασιών για τη χρήση της ΤΝ, μηχανισμών διαχείρισης κινδύνων και μηχανισμών εποπτείας και ελέγχου. Σε αυτό το πεδίο, κρίνεται σημαντική η διεθνοποίηση των επιτυχημένων προτύπων ΤΝ για την καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, με τη βοήθεια της Financial Action Task Force. Αυτό μπορεί να αποτρέψει προβλήματα σε σχέση με την ποιότητα των δεδομένων, τα προκατειλημμένα δεδομένα, τη μεροληψία ή ασυνέπεια στη μέθοδο αντιστοίχισης ή στα υποκείμενα δεδομένα, τους προβληματικούς αλγόριθμους, τις ανακριβείς προβλέψεις και κακές αποφάσεις που ενδέχεται να λαμβάνονται τελικά από συστήματα ΤΝ. Πρωτοβουλίες σε περιφερειακό επίπεδο, όπως οι πρόσφατες προτάσεις κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ΤΝ (2021), μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη αξιόπιστων λύσεων ΤΝ και αναμένουμε με ενδιαφέρον να τις δούμε να δοκιμάζονται στην πράξη.
Γεώργιος Παυλίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Νομικής
Έδρα Jean Monnet, Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφος